πρωτοαττικός

πρωτοαττικός
-ή, -ό
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην παλιότερη περίοδο της ιστορίας της Αττικής: Πρωτοαττικά αγγεία.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • πρωτοαττικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην παλαιότατη περίοδο τής ιστορίας και τού πολιτισμού τής Αττικής 2. φρ. «πρωτοαττικά αγγεία» αρχαιολ. αττικά αγγεία τού πρώιμου 6ου π. Χ. αιώνα, τα οποία εμφανίστηκαν πριν από τον μελανόμορφο ρυθμό.… …   Dictionary of Greek

  • Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”